- αὐγαῖς
- αὐγήlight of the sunfem dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ancient Greek grammar — is morphologically complex and preserves several features of Proto Indo European morphology. Nouns, adjectives, pronouns, articles, numerals and especially verbs are all highly inflected. This article is an introduction to this morphological… … Wikipedia
επινωμώ — ἐπινωμῶ, άω (Α) [νωμώ] 1. εφαρμόζω πάνω σε κάτι («οὐδέ τιν’ αὐτῷ παιῶνα κακῶν ἐπινωμᾱν», Σοφ.) 2. προσβλέπω σε κάτι, παρατηρώ («σώματα... ὀμμάτων αὐγαῑς ἐπενώμας», Ευρ.) 3. διανέμω («λάχη τὰ κατ’ ἀνθρώπους ὡς ἐπινωμᾷ στάσις ἀμή», Αισχύλ.) … Dictionary of Greek
πυρσώ — όω, Μ [πυρσός (Ι)] 1. πυρσεύω 2. παθ. πυρσοῡμαι, όομαι εμπνέομαι, φωτίζομαι («ἀνθρώπῳ θείῳ αὐγαῑς πνεύματος πυρσουμένῳ», Κ. Μανασσ.) … Dictionary of Greek
υπακούω — ὑπακούω ΝΜΑ [ακούω] ακούω με σεβασμό μία επιταγή και συμμορφώνομαι προς αυτήν νεοελλ. 1. είμαι υπάκουος, ευπειθής 2. (κατ επέκτ.) διέπομαι («το φαινόμενο υπακούει στον νόμο τής βαρύτητας») μσν. αρχ. 1. υποτάσσομαι σε κάποιον 2. εκκλ. ψάλλω σε… … Dictionary of Greek